Τιμαγένης — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Тимаген — (Τιμαγενης) греческий историк. Родился в Александрии, был взят в плен Помпеем и привезен в Рим, где учил вместе с Цецилием (см.). Он был некоторое время в милости у Августа; но так как злой язык его не щадил даже императора (Horat., Epist. I, 19… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
ТИМАГЕН — • Timagĕnes, Τιμαγένης, родом из Александрии, попал в рабство к Фавсту Сулле, впоследствии жил в Риме учителем и написал много сочинений, большей частью исторического содержания. Quint. 10, 1, 75. Август, обиженный дерзкими речами Т … Реальный словарь классических древностей
γένος — Όρος που χρησιμοποιείται στη ζωολογία και στη βοτανική για να προσδιορίσει τη συστηματική ταξινόμηση, ενώ στη γλωσσολογία αναφέρεται στη μορφολογική κατηγοριοποίηση των ονομάτων (ουσιαστικών, επιθέτων, αντωνυμιών, άρθρων, μετοχών) σε αρσενικά,… … Dictionary of Greek
Ιωνική Μέλισσα — Περιοδικό της Σμύρνης που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 1850 από τον Α. Πατρίκιο με φιλολογική και εγκυκλοπαιδική ύλη. Κυριότεροι συνεργάτες του ήταν ο λόγιος Ικέσιος Λάτρης και οι Θ. Τιμαγένης και Ν. Κατρέβας. Η έκδοσή του διακόπηκε τον Αύγουστο του … Dictionary of Greek